αεροψεκαστήρας

αεροψεκαστήρας
Εργαλείο που χρησιμοποιείται για τον ψεκασμό. Η λειτουργία του α. στηρίζεται στη μηχανική των ρευστών. Τo υγρό με το οποίο πραγματοποιείται ο ψεκασμός βγαίνει από τον α. με τη μορφή νέφους από λεπτότατα σταγονίδια. Το νέφος αυτό το κατευθύνουμε προς την επιφάνεια που θέλουμε να ψεκάσουμε.
* * *
ο (Μηχανολ.)
συσκευή η οποία χρησιμοποιεί πεπιεσμένο αέρα που εκτοξεύεται από ένα στόμιο, για να ψεκάσει ένα υγρό επάνω σε μια συγκεκριμένη επιφάνεια.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • αεροψεκαστήρας — ο συσκευή με την οποία, με πιεσμένο αέρα, εκτοξεύονται διάφορα υγρά σε σταγονίδια …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • αερογράφος — ο (Γραφ. Τεχν.) ο αεροψεκαστήρας σχήματος μολυβιού που ψεκάζει χρώμα ή μελάνι σε πολύ λεπτή ρυθμιζόμενη δέσμη. [ΕΤΥΜΟΛ. Ελληνογενές < ἀήρ, έρος + γράφος < γράφω, πρβλ. αγγλ. aerograph] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”